[ζητώ συγνώμη για την κάπως “μαζική” δημοσίευση άρθρων αλλά τελευταία έχω παραμελήσει λίγο το ιστολόγιο. Πρόκειται να επανορθώσω για αυτό]
.
Π. Δεληγιάννης
.
Τα εθνικά θέματα μας θα είναι το αντικείμενο του παρόντος άρθρου – για την ακρίβεια η ανησυχία μου για την εξέλιξη τους ειδικά λόγω της αυξανόμενης αποσταθεροποίησης της Τουρκίας. Αυτή η ανησυχία αφορά περισσότερο τη διόγκωση του κουρδικού προβλήματος της και τις επακόλουθες συνέπειες αυτής της διόγκωσης για τις πατρίδες μας, Ελλάδα και Κύπρο. Παρότι ο άμεσος κίνδυνος θερμού επεισοδίου στο Αιγαίο φαίνεται ότι απομακρύνθηκε για την ώρα, αυτός υποβόσκει και θεωρώ ότι είναι πιο υπαρκτός από κάθε άλλη φορά. Υπάρχει επίσης η επερχόμενη διάσκεψη για το Κυπριακό.
Εως τώρα, κάθε φορά που η Τουρκία προκαλούσε εντάσεις στο Αιγαίο ή στην Κύπρο, η σκέψη μου ήταν η ίδια με των περισσότερων πιστεύω, Ελλήνων: οι Τούρκοι έχουν πάλι τα γνωστά εσωτερικά προβλήματα τους και τα εξάγουν προς εμάς για να τα εκτονώσουν. Ωστόσο η τωρινή εκτίμηση μου είναι ότι αυτή τη φορά τα πράγματα είναι διαφορετικά.
Το κουρδικό κίνημα φαίνεται ισχυρότερο από κάθε άλλη φορά, και ο πρόεδρος Ερντογάν αντιμετωπίζει παράλληλα πολλά ακόμη προβλήματα τα οποία προκαλούν επικίνδυνη αστάθεια στη χώρα του: Την εχθρότητα των γκιουλενικών, των κεμαλικών και άλλων αντικαθεστωτικών οι οποίοι προσπαθούν να υποθάλψουν την εξουσία του. Την αποδυνάμωση των λειτουργιών του κράτους λόγω της απόλυσης 129.000 αντικαθεστωτικών δημοσίων υπαλλήλων οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν πεπειραμένοι. Την αυξανόμενη ύφεση της οικονομίας. Το γεγονός ότι δεν έχει επιτευχθεί ακόμη ανάκαμψη από τις πληγές της απόπειρας πραξικοπήματος.
Επίσης η Τουρκία εκτός από την εχθρότητα των Κούρδων της Τουρκίας αντιμετωπίζει και εκείνη των δραστήριων Κούρδων της Συρίας, αλλά και των τζιχαντιστών του ΙΚ (ΙΣΙΣ) από τότε που η Τουρκία συμμάχησε με τη Ρωσία και τις ΗΠΑ εναντίον του και συμμετέχει στις επιχειρήσεις τους. Ετσι κινδυνεύει και από δεκάδες τρομοκράτες του ΙΚ που περιφέρονται στην επικράτεια της με τα αποτελέσματα που είδαμε πρόσφατα. Τέλος, επισημαίνω και πάλι ότι η «φιλία» της Τουρκίας με τους Ιρακινούς Κούρδους κάθε άλλο παρά ως τέτοια πρέπει να εκλαμβάνεται ειδικά από την κουρδική πλευρά. Όπως έχω ξαναγράψει: κανείς Κούρδος δεν μπορεί να θεωρηθεί φίλος της Τουρκίας. Οι Ιρακο-Κούρδοι έχουν απλά επιδοθεί σε κάποιους παροδικούς διπλωματικούς τακτικισμούς λόγω της «περικύκλωσης» τους από το σιιτικό καθεστώς της Βαγδάτης, το Ιράν με τη δική του πολυάριθμη κουρδική μειονότητα, και το πάντα απειλητικό ΙΚ. Και τέλος, παρά την προσέγγιση Αγκυρας-Μόσχας-Τεχεράνης, η διεθνής θέση της Τουρκίας παραμένει επισφαλής έχοντας χάσει την εμπιστοσύνη ή και προκαλέσει την εχθρότητα αρκετών μεγάλων και μικρών «παικτών» στην περιοχή, κυρίως λόγω των συμπεριφορών του Ερντογάν. ΗΠΑ, Ευρωπαϊκή Ενωση, Ισραήλ, Αίγυπτος, Κίνα: άλλες από αυτές δεν εμπιστεύονται πλέον την Τουρκία και άλλες σχεδόν την εχθρεύονται.
Ας δούμε τώρα την στατιστική του τρόμου όσον αφορά το εσωτερικό κουρδικό πρόβλημα της Τουρκίας: μόνο το 2016 στην Τουρκία έγιναν 29 βομβιστικές επιθέσεις μέσα στις πόλεις, οι νεκροί από αυτά τα τρομοκρατικά χτυπήματα – συντριπτικά από τη δράση των Κούρδων αυτονομιστών, με ένα μόνο κτύπημα εξακριβωμένα από το ΙΚ – είναι 360 και οι τραυματίες πάνω από 1400, οι νεκροί στη νοτιοανατολική Τουρκία από τις μάχες του στρατού εναντίον των ανταρτών είναι 8.000 Κούρδοι μάχιμοι και πολίτες και 700 Τούρκοι στρατιώτες και αστυνομικοί (οι γνωστές εικόνες από το Ντιγιαρμπακίρ ή τη Νουσαϋμπιν). Σε αυτά τα στατιστικά δεν συμπεριλαμβάνεται το πρόσφατο κτύπημα του ΙΚ την Πρωτοχρονιά επειδή έγινε τις πρώτες ώρες του 2017 (και εξάλλου δεν έγινε από τους Κούρδους). Τέλος υπάρχουν πάνω από 90.000 Κούρδοι πρόσφυγες πολίτες της Τουρκίας των οποίων τα χωριά ή οι πόλεις έχουν καταστραφεί από τον στρατό (αν και το BBC τους υπολόγισε πρόσφατα σε 500.000 περίπου). Δεν υφίσταται αμφιβολία ότι η Τουρκία αντιμετωπίζει έναν κανονικό πόλεμο.
Δεν είμαι από εκείνους που πιστεύουν ότι η Τουρκία θα υποστεί τα επόμενα χρόνια απώλεια εδαφών της λόγω της απόσπασης κουρδικών επαρχιών της, όμως θεωρώ ότι τα επόμενα χρόνια οι Κούρδοι θα επιτύχουν αρχικά ένα καθεστώς αυτονομίας μέσα στο τουρκικό κράτος για κάποιες αρχικές επαρχίες τους (οι οποίες θα αυξάνονται με το πέρασμα των χρόνων). Και όπως είναι γνωστό, η επίτευξη αυτονομίας για έναν πληθυσμό που επιθυμεί ανεξαρτησία είναι το πρώτο βήμα προς την επίτευξη αυτής της ανεξαρτησίας έστω και μακροχρόνια. Οι Κούρδοι του Ιράκ και της Συρίας έχουν επιτύχει το ανάλογο προηγούμενο, το «πικρό ποτήρι» το οποίο η Τουρκία «εξορκίζει» εδώ και 12 χρόνια περίπου αλλά φαίνεται πως δεν θα το αποφύγει.
Τα προαναφερόμενα σωρευμένα προβλήματα της Τουρκίας, η δυναμικότητα και η επίταση του κουρδικού κινήματος, η απροθυμία των ανταρτών για οποιονδήποτε συμβιβασμό και η προαναφερόμενη στατιστική του τρόμου του 2016, σε συνδυασμό με το πληθυσμιακό βάρος των Κούρδων της Τουρκίας, με οδηγούν σε αυτό το συμπέρασμα. Οι Κούρδοι συνιστούν το 25-30 % του συνολικού πληθυσμού παρότι οι επίσημες τουρκικές στατιστικές τους υποβιβάζουν συνήθως στο 12-14 % αγνοώντας επιτηδευμένα τους περισσότερους οι οποίοι ζουν εκτός του καθαυτού Κουρδιστάν (άλλες μειονότητες συγκροτούν ένα περαιτέρω 8-9 %).
Και όπως υπολογίζεται με τη σχετική προβολή βάσει των συντελεστών δημογραφικής αύξησης Τούρκων και Κούρδων, σε μερικές δεκαετίες οι δεύτεροι θα υπερκεράσουν αριθμητικά τους πρώτους οι οποίοι θα αρχίσουν έτσι να γίνονται μειοψηφία μέσα στη χώρα τους. Αυτή η προοπτική έχει τρομοκρατήσει την τουρκική ηγεσία εδώ και αρκετά χρόνια. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Κούρδοι συγκροτούν σήμερα περί το 40 % των κατοίκων της Κωνσταντινούπολης και διαθέτουν εξίσου πολυπληθείς κοινότητες σε όλες τις μεγάλες πόλεις (Αγκυρα, Προύσα, Σμύρνη, Εσκί Σεχίρ, Αττάλεια, Αδανα, Μερσίνα, Τραπεζούντα κ.α.). Για αυτό τον λόγο διαθέτουν τη δυνατότητα ισχυρών τρομοκρατικών κτυπημάτων σε όλη την έκταση της Τουρκίας. Πιστεύω ότι αρκετοί αναγνώστες θυμούνται την ευκολία με την οποία οι Κούρδοι πυρπόλησαν πριν από αρκετά χρόνια το μεγαλύτερο αεροδρόμιο της χώρας, ένα γεγονός το οποίο οι Τούρκοι ιθύνοντες προσπάθησαν να παρουσιάσουν ως «ατύχημα».
Είναι αδύνατον για οποιαδήποτε κρατική οντότητα όσο ισχυρή και αν είναι, να διατηρήσει τον έλεγχο (ή για να ακριβολογούμε: την υποταγή) ενός πληθυσμού ο οποίος αποτελεί το 25-30 % του συνόλου των πολιτών της με προοπτική να γίνει πολύ μεγαλύτερος. Και ο οποίος πληθυσμός μπορεί να συμμαχήσει με τις πιο «ανήσυχες» από τις άλλες μειονότητες, δηλαδή τους Αραβες και άλλους – οι οποίοι «ανήσυχοι» συνιστούν ένα περαιτέρω 5 % περίπου. Η εκτίμηση μου είναι ότι ο Ερντογάν και οι περισσότεροι άλλοι πολιτικοί αρχηγοί της Τουρκίας μάλλον έχουν κατανοήσει ότι ο συμβιβασμός με τους Κούρδους είναι αναπόφευκτος και η κατάκτηση της εσωτερικής αυτονομίας από αυτούς είναι επίσης αναπόφευκτη επειδή αυτό είναι το αντάλλαγμα που θα απαιτήσει η ηγεσία τους για κατάπαυση των εχθροπραξιών – πριν τις ξεκινήσει πάλι σε μερικά χρόνια για μεγαλύτερα ανταλλάγματα.
Συνεπώς ο Ερντογάν ή έστω ο διάδοχος του ο οποίος θα φτάσει σε αυτόν τον συμβιβασμό για να αποφύγει μεγαλύτερο λουτρό αίματος, πρέπει να αντισταθμίσει αυτό το μεγάλο πλήγμα για το τουρκικό γόητρο με μία επιτυχία. Και αυτή η επιτυχία προφανώς αφορά μόνο την κατάληψη εδαφών που θα αντισταθμίσουν την απώλεια των κουρδικών αυτόνομων εδαφών. Υποθέτω λοιπόν ότι αυτήν την «επιτυχία» αναζητούν ο Ερντογάν και οι φίλοι και αντίπαλοι του στο κοινοβούλιο, όταν μιλούν πλέον για αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάνης ή για προσάρτηση στην Τουρκία του ψευδο-κράτους της βόρειας Κύπρου ή για τις 18, 28 ή 38 νησίδες του ελληνικού Αιγαίου που αιφνιδίως ανακάλυψαν ότι «ανήκουν στην Τουρκία» ή μέμφονται την εικόνα της Κυπριακής σημαίας, κτλ κτλ. Και μάλλον αυτήν την «επιτυχία» θα αναζητήσουν και στην επερχόμενη διάσκεψη για το Κυπριακό. Ίσως έτσι η τουρκική ηγεσία προετοιμάζει το έδαφος για τον επερχόμενο συμβιβασμό με τους Κούρδους.
Και κάτι τελευταίο, λίγο σχετικό και λίγο μη-σχετικό: Όταν πριν από αρκετά χρόνια παρακολουθούσα στα τηλεοπτικά δίκτυα τα περίφημα «ζεϊμπέκικα» τα οποία «εδραίωναν» την ελληνοτουρκική φιλία, αναρωτιόμουν πως είναι δυνατόν να εδραιώσεις φιλία με ένα έθνος το οποίο επιλέγει να ταυτίζεται με το συμπαθές κατά τα άλλα ζωικό είδος του γκρίζου λύκου και είναι φανερό ότι προσπαθεί να μιμείται τις συνήθειες του*. Ένα έθνος του οποίου τα ιδανικά ταυτίζονται με τις συνήθειες ενός από τα επικινδυνότερα αρπακτικά στον πλανήτη. Στην ιδιαίτερη πατρίδα μου, μία ορεινή περιοχή και παλαιότερα πυκνά δασώδη, γνωρίζουμε καλά ότι η μόνη φιλία που μπορεί να επιτευχθεί με έναν λύκο, είναι η λυκοφιλία.
..
* Σημείωση: Κάποιοι αναγνώστες θα θεωρήσουν ότι είμαι υπερβολικός και ότι μόνο οι ολιγάριθμοι υποστηρικτές του κινήματος των «Γκρίζων λύκων» έχουν αυτή την νοοτροπία και όχι η πλειοψηφία του τουρκικού λαού. Για αυτό οφείλω να επισημάνω εκ των προτέρων ότι ο γκρίζος λύκος δεν είναι απλά το σύμβολο των σύγχρονων «Γκρίζων λύκων» αλλά το αρχέγονο τοτεμικό σύμβολο αρκετών τουρκικών (τουρανικών) νομαδικών λαών της στέππας το οποίο είναι σήμερα το πιο οικείο «ανεπίσημο» έμβλημα του τουρκικού έθνους.
.
.